Έντονο προβληματισμό και αντιδράσεις προκαλούν τα περιοριστικά μέτρα τα οποία παραμένουν σε ισχύ σχεδόν 2 χρόνια.
Το θέμα συνταγματικότητας των μέτρων μπορεί να τύχει διαφορετικής ερμηνείας από κάθε νομικό επιστήμονα/ δικηγόρο, το μόνο σίγουρο είναι ότι ορισμένα ανθρώπινα δικαιώματα (όπως η ελευθερία από βασανιστήρια και δουλεία) είναι απόλυτα και δεν επιτρέπουν κανέναν περιορισμό. Ωστόσο, τα περισσότερα ανθρώπινα δικαιώματα δεν είναι απόλυτα και μπορούν να περιοριστούν, στο πλαίσιο βέβαια συγκεκριμένων ορίων. Τέτοια δικαιώματα είναι το δικαίωμα στην ελευθερία και την ασφάλεια, το δικαίωμα στην ελευθερία της έκφρασης (και της θρησκευτικής έκφρασης), η θρησκευτική ελευθερία, το δικαίωμα στην εργασία, η ελευθερία κυκλοφορίας κτλ. Ο σκοπός του περιορισμού ωστόσο πρέπει να επιτρέπεται από τον νόμο και να εξυπηρετεί νόμιμο σκοπό (στην προκειμένη την δημόσια υγεία) επίσης πρέπει να είναι απόλυτα αναγκαίος περιορισμός αλλά και ανάλογος σε σχέση με μια δημοκρατική κοινωνία. Οι περιορισμοί αυτοί προβλέπονται και σε διεθνές επίπεδο βάσει του Διεθνούς Συμφώνου για τα Ατομικά και Πολιτικά Δικαιώματα και στην Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Ανθρώπου (ΕΣΔΑ) συγκεκριμένα στο πλαίσιο της προστασίας της δημόσιας ασφάλειας και δημόσιας υγείας (που αναμφίβολα διακυβεύονται λόγω του κορωνοϊού) δύναται να περιοριστεί το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής (άρθρο 8 ΕΣΔΑ), η ελευθερία εκδήλωσης θρησκείας ή πεποιθήσεων (άρθρο 9 ΕΣΔΑ και άρθρο 18 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία έκφρασης (άρθρο 10 ΕΣΔΑ και άρθρο 19 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι (άρθρο 11 ΕΣΔΑ και Άρθρα 21-22 Διεθνούς Συμφώνου), η ελευθερία κυκλοφορίας (άρθρο 2 του Πρωτοκόλλου αριθ. 4 της ΕΣΔΑ και άρθρο 12 Διεθνούς Συμφώνου).
Εκ πρώτης όψεως το συμπέρασμα που προκύπτει με βάσει τα ανωτέρω είναι ότι τα περιοριστικά μέτρα είναι νόμιμα, σε κάθε περίπτωση το κατά πόσο τα μέτρα αυτά έρχονται σε ευθεία σύγκρουση ή όχι με το Σύνταγμα μπορεί να κριθεί αποκλειστικά από το αρμόδιο δικαστήριο.
Η ανησυχία που προκύπτει ωστόσο είναι στο κατά πόσο ο περιορισμός των δικαιωμάτων είναι όντως προσωρινός και όχι μόνιμος. Η ανησυχία της προσωρινότητας των μέτρων δεν προέκυψε άνευ λόγου και αιτίας εφόσον και σε προηγούμενες περιπτώσεις κάποια «προσωρινά» μέτρα υιοθετήθηκαν ως μόνιμα μέτρα. Παράδειγμα αποτελεί η περίοδος έξαρσης της τρομοκρατίας και ειδικότερα το τρομοκρατικό χτύπημα της 11/09 του 2001 στη Νέα Υόρκη, όπου δόθηκε το έναυσμα, για τον εντονότερο παρεμβατισμό και περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων (π.χ τα προσωπικά δεδομένα, αυστηρότερους ελέγχους στα αεροδρόμια, νόμιμη μαζική παρακολούθηση, την χρήση μαρτυρίας η οποία λήφθηκε με αθέμιτα μέσα κτλ) περιορισμοί οι οποίοι δεν περιορίστηκαν στις Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής αλλά εφαρμόστηκαν και σε άλλα κράτη (Μεγάλη Βρετανία, Γαλλία κ.α) εις το όνομα της δημόσιας ασφάλειας.
Στην περίπτωση της Κυπριακής Δημοκρατίας η κατάσταση δεν διαφέρει και πολύ αφού εύκολα μπορεί να διαπιστωθεί πως η λήψη προσωρινών μέτρων, έχει την τάση να μεταλλάσσεται σε μόνιμη. Τρανό παράδειγμα αποτελεί το Δίκαιο της Ανάγκης το οποίο ήταν απαραίτητο για την σωτηρία του κράτους και την λειτουργικότητα του συντάγματος μετά την αποχώρηση των Τουρκοκυπρίων το 1963. Ο προσωρινός χαρακτήρας του μετατράπηκε σε μόνιμο εφόσον εφαρμόζεται μέχρι και σήμερα, 57 χρόνια μετά.
Η σταθερή τροχιά των αποφάσεων του υπουργικού συμβουλίου που περιορίζει τα ανθρώπινα δικαιώματα (είτε με safepass, είτε με τη διάκριση σε εμβολιασμένους και μη, σε απαγόρευση εισόδου σε καταστήματα χωρίς έλεγχο και ταυτοποίηση, η υποχρέωση αποκάλυψης προσωπικών δεδομένων κτλ.) δημιουργεί προβληματισμό ως προς το χρονικό σημείο όπου θα υφίστανται τα εν λόγω μέτρα καθώς ήδη μετράμε σχεδόν 2 χρόνια από τους πρώτους περιορισμούς χωρίς να υπάρχει κάποια αναφορά ως προς την χρονική περίοδο εφαρμογής τους αλλά και στο κατά πόσο κάποια από αυτά υιοθετηθούν στην καθημερινότητα μας με μόνιμο τρόπο. Το κράτος οφείλει να αξιολογεί με υπεύθυνη στάση σε τακτά χρονικά διαστήματα την αναγκαιότητα αλλά και την αναλογικότητα των μέτρων και με την τήρηση των αρχών Δικαίου. Πρέπει να αποφευχθεί η λήψη μέτρων «με ελαφρά την καρδιά» και σε καμία περίπτωση ο προσωρινός χαρακτήρας των περιοριστικών μέτρων να μεταλλαχτεί σε μόνιμο. Αναγκαία η ύπαρξη πλάνου και η σταθερή ενημέρωση των πολιτών για την διάρκεια των περιορισμών.
Συλλογική ευχή είναι η επιστροφή στην κανονικότητα με απόλαυση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων μας στο ακέραιο χωρίς κανένα περιορισμό.